“Το Θέατρο του Σαίξπηρ και η Εποχή της Ελισάβετ: Μια Νέα Μορφή Δράματος” – Της Ευγενίας Μπαζάνη
(Εξερεύνηση της συμβολής του Σαίξπηρ στη θεατρική τέχνη και του τρόπου με τον οποίο το έργο του καθρεφτίζει τις κοινωνικές, πολιτικές και πολιτισμικές ανησυχίες της εποχής).
Η περίοδος από τα μέσα του 16ου αι. έως τα μέσα του 17ου αι. σηματοδοτεί τη μετάβαση προς την ευρωπαϊκή νεωτερικότητα και χαρακτηρίζεται από βίαιες ανατροπές, αντιθέσεις και αντιφάσεις: η μοναρχία και ο εθνικισμός αντικαθιστούν την Εκκλησία, η ανερχόμενη αστική τάξη το φεουδαρχικό κόσμο, η αναζήτηση της αλήθειας το δόγμα, η λογική τα μεταφυσικά αξιώματα, η επιστημονική έρευνα την αφηρημένη λογική. Σε μια εποχή έντονης ιδεολογικής διαμάχης, τα νέα κέντρα παιδείας στρέφονται προς το θέατρο, που είναι η κατεξοχήν τέχνη της αναπαράστασης.
Η νεότερη ευρωπαϊκή δραματουργία αναδύεται μέσα από την πρόσμειξη δύο διακριτών αναγεννησιακών παραδόσεων: το λαϊκό θέατρο – κείμενα σε δημώδεις γλώσσες με έντονο το δραματικό στοιχείο – και το λόγιο – ουμανιστικό θέατρο – ανάγνωση αρχαίας ελληνορωμαϊκής δραματουργίας. Τα πρώτα δείγματα του νεότερου θεάτρου προέρχονται από την Ιταλία, όπου έχουμε τη δημιουργία της «ιταλικής σκηνής» και την Αγγλία, όπου αναπτύσσεται το ελισαβετιανό θέατρο, το οποίο ακμάζει χάρη στην εμφάνιση λόγιων συγγραφέων, που η αισθητική των έργων τους προσελκύει μορφωμένο κοινό. Οι νέοι δραματουργοί γράφουν στις εθνικές γλώσσες έμμετρα κείμενα, χρησιμοποιούν, όμως, και τον πεζό λόγο.
Η ελισαβετιανή εποχή ήρθε μετά την περίοδο κατά την οποία το θέατρο έγινε μάρτυρας μιας συνολικής συσκότισης, που έμεινε γνωστή ως «Σκοτεινοί Αιώνες», όπου δεν υπήρχε καμιά θεατρική δραστηριότητα και είναι γνωστή ως «Αναγέννηση στην Αγγλία». Είναι μια περίοδος, όπου οι άνθρωποι ξέσπασαν κατά των κανόνων και των κανονισμών της Εκκλησίας, προκειμένου ν’ αναζητήσουν τη γνώση και μια περίοδος αναγέννησης της μάθησης, όπου μελετητές αποφάσισαν να εξετάσουν το κλασικό παρελθόν. Σ’ αυτή την περίοδο υπήρχαν πολλοί μεγάλοι συγγραφείς. Η ελισαβετιανή εποχή του 16ου αι. στην Αγγλία ήταν μια παραγωγική περίοδος για την αγγλική λογοτεχνία. Οι Edmund Spenser. Walter Raleigh, Thomas Wyatt, Surrey Henry και Ουίλιαμ Σαίξπηρ ήταν μόνο μερικοί από τους πολλούς συγγραφείς που δημιούργησαν σπουδαία έργα κατά τη διάρκεια της Ελισάβετ Α᾿.
Το ελισαβετιανό θέατρο παρουσιάζει διάφορα είδη: ιστορικό δράμα, ρομάντζο, κωμωδία αλλά και την ιδιαίτερη τραγωδία εκδίκησης, ένα ιστορικό δράμα με μεγάλη ένταση και τιτάνιες συγκρούσεις και σημαντικότερο εκπρόσωπό της τον κορυφαίο Ουίλιαμ Σαίξπηρ (1564-1616). Το θέατρο αποκτά συνείδηση της σημασίας του και την ενσωματώνει σε θεατρικά έργα. Η τραγωδία και η κωμωδία, είδη που παρέμεναν μέχρι τότε διακριτά, άρχισαν να συνδυάζονται, καθώς και στη ζωή το κωμικό δεν υπάρχει ξέχωρα από το τραγικό. Το θεατρικό ύφος χάνει το στόμφο της αρχαίας τραγωδίας και το άτομο απομακρύνεται από την εξιδανικευμένη εικόνα του. Η ρευστότητα, η αλλαγή, οι μεταμορφώσεις υπογραμμίζουν την αστάθεια της ανθρώπινης ύπαρξης. Η υπερβολή και ο πλούτος στη φαντασία προσφέρουν νέους τρόπους πρόσληψης της πραγματικότητας, ενώ η πολυπλοκότητα των θεμάτων αναπαριστούν το νέο, πολυποίκιλο κόσμο και δίνουν νέα πνοή στο θέατρο, τουλάχιστον μέχρι τον 17ο αι., οπότε θα αναμετρηθούν με την αρμονία και την ισορροπία που θα επιβάλλει ο κλασικισμός.
Οι θίασοι που αποτελούνται μόνο από άνδρες, παρουσιάζουν κωμωδίες που πραγματεύονται τα ήθη της εποχής και «τραγωδίες εκδίκησης» (ιστορικά δράματα), που χαρακτηρίζονται από ένταση και βίαιες συγκρούσεις. Γυναίκες ηθοποιοί δεν υπάρχουν και η σκηνή είναι σύμφωνη με το πρότυπο της ιταλικής σκηνής. Τα πρώτα θεατρικά κτίρια αποτελούν σημαντική καινοτομία του ελισαβετιανού θεάτρου. Το 1576 χτίζεται στο Λονδίνο «το Θέατρο», που χτίστηκε εκτός ορίων της πόλης, καθώς η ιδέα του θεάτρου ξένιζε ακόμα. Ωστόσο, πολύ σύντομα χτίστηκαν παρόμοια θέατρα και σε άλλες πόλεις.
Εκείνος, όμως, που απογειώνει το ελισαβετιανό θέατρο ανανεώνοντας όλες τις προϋπάρχουσες τάσεις είναι ο Σαίξπηρ, ο οποίος θεωρείται ο πιο βαθύς στοχαστής της εποχής. Είχε μια αξιόλογη γνώση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, η οποία ήταν σε θέση να επικοινωνήσει με την απεικόνιση ενός ευρέος φάσματος χαρακτήρων. Ήταν σε θέση να εισέλθει πλήρως στην άποψη του καθενός από τους χαρακτήρες του και να δημιουργήσει ζωντανές δραματικές καταστάσεις στις οποίες να εξερευνήσει την ανθρώπινη συμπεριφορά και τα κίνητρα.
Είναι γνωστό ότι ο Σαίξπηρ, παρόλο που δεν είχε καμιά επίσημη πανεπιστημιακή εκπαίδευση, ήταν γνώστης της ποιητικής γλώσσας και των τεχνικών του δράματος. Τα έργα του παίζονταν στην αυλή της βασίλισσας Ελισάβετ πιο συχνά από ό,τι εκείνα οποιουδήποτε άλλου δραματουργού της εποχής. Αυτός κινδύνευσε να χάσει τη βασιλική εύνοια μόνο μια φορά, όταν η ομάδα του έπαιξε «το έργο της καθαίρεσης και της δολοφονίας του βασιλιά Ριχάρδου ΙΙ», κατόπιν αιτήματος μιας ομάδας συνωμοτών κατά της Ελισσάβετ. Παρόλο αυτά η ομάδα του αθωώθηκε από κάθε ενσυνείδητη συμμετοχή στη συνωμοσία. Ενώ τα έργα του ήταν πολύ δημοφιλή στο κοινό, οι περισσότεροι σύγχρονοι του δεν τα θεωρούσαν σημαντικά λογοτεχνικά έργα.
Η δραματουργία του Σαίξπηρ ενέχει κάποια κλασσικά χαρακτηριστικά, αλλά πλησιάζει περισσότερο προς το μπαρόκ, το οποίο επικρατεί εκείνη την περίοδο ως χαρακτηρισμός των τεχνοτροπιών της εποχής. Έτσι, το κωμικό στοιχείο αναμειγνύεται με το τραγικό και όλα βρίσκονται σε διαρκή κίνηση. Προϊόν της επιβλητικής φαντασίας του συγγραφέα είναι μια πλούσια εικονοποιία, στην οποία τίποτα δεν είναι σαφές: φαινόμενο και ψευδαίσθηση, όνειρο και πραγματικότητα συγχέονται και συνυπάρχουν. Συχνά κυριαρχεί το μυστήριο και τονίζεται το παράδοξο.
Στον ευρωπαϊκό χώρο διαμορφώνεται παράλληλα η τραγικότητα και ο Σαίξπηρ συμβάλλει καθοριστικά σ’ αυτό. Το τραγικό στοιχείο επανασυνδέεται με την αρχαία ιδέα του τραγικού, συγχρόνως όμως ενδιαφέρει και η ανθρώπινη πραγματικότητα. Έτσι, απομακρυνόμαστε από την κλασική τραγωδία και καλλιεργείται το μέσο ύφος και η ρεαλιστική λογοτεχνική ματιά. Σημαντική επιρροή ασκεί και ο ορθολογισμός, δηλαδή το άτομο, από έρμαιο ενός θεϊκού σχεδίου, γίνεται αυτεξούσιο υποκείμενο γνώσης και βούλησης, ορίζοντας πλέον το πεπρωμένο του.
Στην ελισαβετιανή εποχή το δράμα θεωρήθηκε ως μέρος της πολιτικής προπαγάνδας για τη διατήρηση του κοινού οφέλους όσον αφορά τον πολιτισμό και την εμπορευματοποίηση της τέχνης. Όταν η Ελισάβετ ανέβηκε στο θρόνο, υπήρχε ένας νόμος ενάντια στους άστεγους και αλήτες. Γι’ αυτό ο ηθοποιός είναι νομικά ένας αλήτης, αν δεν επισυνάπτεται ως υπηρέτης σε έναν ευγενή άνθρωπο, που θεωρείται πολύ σημαντικός για το κράτος. Η Ελισάβετ αναδεικνύεται σε μεγάλη υποστηρίκτρια του αγγλικού θεάτρου και στην αυλή της δίνονται συχνά παραστάσεις και επιτρέπει ειδικές παραστάσεις στο παλάτι, δείχνοντας ενδιαφέρον για θεατρικά έργα και τη φαντασμαγορία σ’ αυτές. Για πρώτη φορά στην αυλή της παρουσιάστηκε η «Δωδέκατη Νύχτα» του Σαίξπηρ.
Ο Σαίξπηρ έγραψε σχεδόν όλα τα έργα του από το 1590 έως το 1611, όταν αποσύρθηκε. Σε όλη τη δεκαετία του 1590 εμφανίστηκαν μια σειρά από ιστορικά έργα και ευχάριστες κωμωδίες, όπως «Όπως σας Αρέσει» και «Δωδέκατη νύχτα». Έγραψε, επίσης, και εννέα ιστορικά έργα. Κατά τη διάρκεια της πρώτης δεκαετίας του 1600 γράφτηκαν οι μεγάλες τραγωδίες συμπεριλαμβανομένων των: Άμλετ, Βασιλιάς Ληρ, Οθέλλος, Ρωμαίος και Ιουλίετα, Αντώνιος και Κλεοπάτρα και Μάκβεθ.
Το 1596, ο γιος του Σαίξπηρ, Hamnet, πέθανε σε ηλικία 11 ετών, το 1601 πέθανε ο πατέρας του και το 1603 η δημοφιλής μονάρχης της Αγγλίας Ελισάβετ Α᾿. Κατά συνέπεια, η αλλαγή στο ύφος και τον τόνο του Σαίξπηρ αντανακλά κάποια αλλαγή στη δική του άποψη για τη ζωή, που σφραγίστηκε από αυτά τα γεγονότα. Στα τελευταία του εργάστηκε ως θεατρικός συγγραφέας. Ωστόσο έγραψε μια σειρά από έργα που συχνά αποκαλούνται ειδύλλια, δηλαδή έργα στα οποία τα τραγικά γεγονότα της ανθρώπινης ύπαρξης είναι πλήρως επιβεβαιωμένα!
Βιβλιογραφία
Βάρσος, Γ. (2008). Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, τ. Α’, Πάτρα: ΕΑΠ, 235-245.
Dominique, S.-F. (2007). Ελισαβετιανό θέατρο, Πάπυρος Larousse Britannica, τ.19, Αθήνα: Εκδοτικός οργανισμός Πάπυρος, 229-232.
Πλωρίτης, Μ. (2002). Ο πολιτικός Σαίξπηρ, Η τραγωδία της εξουσίας, Αθήνα: Καστανιώτης.