Ρεαλισμός και Νατουραλισμός της Ελένης Σταθοπούλου
Αποτελεί μόνον έκφραση της σύγχρονης τάσης για μεγαλύτερη γλωσσική ακρίβεια η προσπάθεια διαχωρισμού των δύο αυτών όρων, που έχουν συνυπάρξει τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, ή μήπως ο «νατουραλισμός» είναι ριζικά χωρισμένος από τον ρεαλισμό Η απάντηση σ΄αυτά τα δυο ερωτήματα θα μπορούσε να είναι: όχι ο νατουραλισμός πράγματι διαφέρει από τον ρεαλισμό, αλλά δεν είναι ανεξάρτητος από αυτόν. Η πιο κατάλληλη εικόνα, για να γίνει κατανοητή η σχέση των δύο όρων, είναι εκείνη των σιαμαίων διδύμων, που έχουν χωριστά άκρα, μοιράζονται όμως ορισμένα όργανα. Το κοινό σημείο ρεαλιστών και νατουραλιστών είναι η θεμελιώδης πίστη ότι η τέχνη αποτελεί στην ουσία μια μιμητική αντικειμενική απεικόνιση της εξωτερικής πραγματικότητας (σε αντίθεση προς τη φανταστική, υποκειμενική παραποίηση των ρομαντικών). Η πίστη αυτή τους οδήγησε να εκλέξουν για κύριο θέμα τους το κοινότοπο, το προσιτό, κι επίσης να εξυμνήσουν το ιδεώδες τού απρόσωπου στη τεχνική. Από αυτή τη σκοπιά, όπως έδειξε ο Harry Levin στο Η πύλη των Ονείρων, ο ρεαλισμός αποτελεί «μία γενική τάση» με την έννοια ότι κάθε έργο τέχνης «είναι από ορισμένες απόψεις ρεαλιστικό και από άλλες μη ρεαλιστικό». Από τη γενική αυτή τάση προς τον μιμητικό ρεαλισμό γεννήθηκε ο νατουραλισμός. Κατά κάποιο τρόπο υπήρξε η επιδείνωση του ρεαλισμού. Αλλά η διαφορά δεν έγκειται μονάχα στην εκλογή προκλητικότερων θεμάτων, τολμηρότερου λεξιλογίου, εντυπωσιακότερων συνθημάτων ή περισσότερο φωτογραφικών λεπτομερειών. Η πραγματική διαφορά βρίσκεται πολύ βαθύτερα: στον πυρήνα της υπάρχει η επιβολή πάνω στην ουδέτερη στάση τού ρεαλισμού μιας συγκεκριμένης, πολύ ειδικής, θεώρησης του ανθρώπου. Έτσι, οι νατουραλιστές όχι μόνον επεξεργάστηκαν κι ενέτειναν τις βασικές τάσεις τού ρεαλισμού, αλλά πρόσθεσαν και σημαντικά νέα στοιχεία, που μετέβαλαν τον νατουραλισμό σε αναγνωρίσιμο δόγμα, τέτοιο που ο ρεαλισμός δεν υπήρξε ποτέ. Ο νατουραλισμός, επομένως, είναι πιο συγκεκριμένος και ταυτόχρονα πιο περιορισμένος από τον ρεαλισμό, είναι ένα λογοτεχνικό κίνημα με σαφείς θεωρίες, ομάδες και μεθόδους. Όντας σχολή και μέθοδος, ο νατουραλισμός είναι στην πραγματικότητα ό,τι δεν είναι ο ρεαλισμός από την άλλη πλευρά, όμως, αυτά τα ίδια τα καθορισμένα όρια καθιστούν τον νατουραλισμό λιγότερο σημαντικό από τον ρεαλισμό, που αποτελεί μια από τις βασικές τάσεις όλης σχεδόν της τέχνης.
Ποια ήταν, λοιπόν, τα νέα εκείνα στοιχεία που προστέθηκαν στον μιμητικό ρεαλισμό, για να δημιουργήσουν τον νατουραλισμό; Όπως θα δούμε, προήλθαν κατά μεγάλο μέρος από τις φυσικές επιστήμες· πράγματι, ένας πολύ συνοπτικός, αναγκαστικά όμως ατελής, ορισμός τού νατουραλισμού τον χαρακτηρίζει ως προσπάθεια εφαρμογής στη λογοτεχνία των ανακαλύψεων και μεθόδων τής επιστήμης του δεκάτου ενάτου αιώνα. Η πρόοδος στις επιστήμες κατά τον δέκατο ένατο αιώνα ήταν πολυσχιδής. Αρκεί να πούμε ότι σε κάθε πεδίο (φυσική, χημεία, βιολογία, ιατριή) τα επιτεύγματα υπήρξαν θεμελιώδη και με ανεκτίμητες προεκτάσεις. Αν υποθέσουμε πως μπορεί να διακριθεί ένας τομέας, τότε αυτός είναι οι βιολογικές επιστήμες, τόσο για τις τρομακτικές ανακαλύψεις όσο και για την άμεση σχέση τους προς τη σκέψη και τη λογοτεχνία. Με την έκδοση, το 1859, του έργου τού Darwin: Προέλευση των ειδών μέσω φυσικής επιλογής( Origin of Species by means of Natural Selection) η θεωρία τής εξέλιξης έγινε το πιο πολυσυζητημένο θέμα τής εποχής. O Darwin υποστήριζε ότι ο άνθρωπος προέρχεται από τα χαμηλότερα ζώα κι ότι ανάμεσα στα ζώα υπάρχει ένας συνεχής αγώνας για την ύπαρξη, που καταλήγει στην επιβίωση του ικανότερου σύμφωνα με μια διαδικασία φυσικής επιλογής. Το έργο υπήρξε επίκεντρο θυελλώδους διαμάχης. Η επίδραση του βιβλίου αυτού απλώθηκε γρήγορα σε όλο κι ευρύτερους κύκλους, και δεν είναι υπερβολή να το αποκαλέσουμε το κρίσιμο ορόσημο της επιστήμης και της σκέψης τού δέκατου ένατου αιώνα. Είτε το ήθελαν είτε όχι, οι άνθρωποι εξωθήθηκαν στην πιο ριζοσπαστική αυτοεπανεκτίμηση που συνέβη ποτέ στην ανθρώπινη ιστορία. Αντί για δημιουργήματα της θείας βούλησης έπρεπε τώρα, ξαφνικά, να δεχτούν τον εαυτό τους ελάχιστα πάνω από το επίπεδο του ζώου και την ίδια τη ζωή σαν ένα συνεχή αγώνα — πράγμα πολύ δυσάρεστο και πολύ δύσκολα παραδεκτό. Στην εξέλιξη του νατουραλισμού η δαρβινική θεωρία αποτελεί αναμφίβολα τον πιο σημαντικό διαμορφωτικό παράγοντα. Η νατουραλιστική θεώρηση του ανθρώπου εξαρτιέται άμεσα από τη δαρβινική εικόνα τής προέλευσής του από τα κατώτερα ζώα. Σε αντίθεση με την εξιδανίκευση των ρομαντικών, οι νατουραλιστές εσκεμμένα υποβιβάζουν τον άνθρωπο στο επίπεδο του ζώου, απογυμνώνοντάς τον από ανώτερες φιλοδοξίες. Ο «μεταφυσικός άνθρωπος» (l’ homme métaphysique) αντικαταστάθηκε από τον «φυσιολογικό άνθρωπο» (l’ homme physiologique) σύμφωνα με τον Zola, που ο τίτλος ενός μυθιστορήματός του, Το ανθρώπινο κτήνος, θα μπορούσε να χρησιμεύσει ως χαρακτηριστική ετικέτα για πολλά νατουραλιστικά πρόσωπα. Ο Εμίλ Ζολά (1840-1902), ακολουθώντας σχεδόν βήμα προς βήμα τη μέθοδο της πειραματικής ιατρικής του Claude Bernard, διατυπώνει τη θεωρία τού «πειραματικού μυθιστορήματος». Σύμφωνα με αυτήν, ο μυθιστοριογράφος είναι καμωμένος από έναν παρατηρητή και από έναν πειραματιστή. Ο παρατηρητής επιλέγει το θέμα του (π.χ. ο αλκοολισμός) και διατυπώνει μιαν υπόθεση (π.χ. ο αλκοολισμός οφείλεται στην κληρονομικότητα ή στην επίδραση του περιβάλλοντος). Ο πειραματιστής παρεμβαίνει με τρόπο άμεσο, για να τοποθετήσει τον ήρωά του σε συνθήκες τέτοιες που θα αποκαλύψουν τον μηχανισμό τού πάθους του και θα επαληθεύσουν την αρχική υπόθεση. Στο φιλόδοξο πρόγραμμα των είκοσι μυθιστορημάτων με τον τίτλο Les Rougon-Macquart (1871-1893), όπου παρακολουθεί την πορεία και την εξέλιξη των μελών μιας οικογένειας της Δεύτερης Αυτοκρατορίας επί πέντε γενιές, ο Zola στοχεύει να αποδείξει τον καθοριστικό ρόλο που παίζει στη ζωή του ανθρώπου αφενός το περιβάλλον (φυσικό, κοινωνικό…) και αφετέρου ο παράγων τής κληρονομικότητας. Τα μυθιστορήματά του αποτελούν τη λογοτεχνική πραγμάτωση της ντετερμινιστικής, και γι’ αυτό απαισιόδοξης κατά βάση, κοσμοαντίληψής του ότι ο άνθρωπος είναι έρμαιο και θύμα τυφλών κληρονομικών δυνάμεων ή και της νομοτελειακής επίδρασης του περιβάλλοντος και, τελικά, ανεύθυνος και αθώος για την ηθική ή άλλη εξαχρείωσή του.
———————————————————————————
Lilian R. Furst & Peter N. Skrine, Νατουραλισμός, μτφ. Λία Μεγάλου, Ερμής Αθήνα 1972, 16-18 (Η γλώσσα της Κριτικής, 6).
Lilian R. Furst & Peter N. Skrine, Νατουραλισμός, μτφ. Λία Μεγάλου, Ερμής Αθήνα 1972, 25-27 (Η γλώσσα της Κριτικής, 6).
Ελένη Πολίτου-Μαρμαρινού & Βίκυ Πάτσιου, «Εισαγωγή». Ο Νατουραλισμός στην Ελλάδα. Διαστάσεις – Μετασχηματισμοί – Όρια, Μεταίχμιο, Αθήνα 2007, 14-15.